Αδιαφορώ, αδιαφορείς, αδιαφορεί
Το ρήμα της εποχής μας.Ο καθένας στο καβούκι του
Από ανθρωποι γίναμε χελώνες
Ξορκίζουμε το κακό,μακρυά απο μας, κι αδιαφορώ κι αδιαφορείς κι αδιφορεί......
Και γυρίζουμε στο μαγκανοπήγαδο της ζωής σαν άλογα με παρωπιδες
Θέλω όλο θέλω και που χρόνος να σταματήσω να κοιτάξω γύρο μου βιάζομαι
Ασε με εχω δουλ ειές δεν έχω χρόνο
Είναι η Μυρσινη έχει ψυχαναγκασμό, μπαλάκι του τένις 31 χρόνια από τοτε που γεννήθηκε πηγαινει απο ίδρυμα σε ίδρυμα
Ποιός θα έχει το χρόνο να σε σταματήσει,να σε κοιτάξει στα μάτια να σου χαμογελάσει να αισθανθείς σιγουριά;
Ειμαστε όλοι βιαστικοί,τρεχουμε,δεν έχουμε χρόνο Μυρσίνη
Πως με λένε ;σε ρωτάει από που είμαι;που μένω; πόση ωρα είναι το χωριό μου από εδώ
Ολο ρωτάει όποιον βλέπει Ζητά επιβεβαιωση,επιβεβαίωση;μεγάλη κουβέντα
Δυσκολα πράγματα ζητάς ρε Λάμπη ξέρεις κανέναν από μας να γνωρίζει από που ερχόμαστε; που πηγαίνουμε; ποιός ξέρει σε πόση ώρα ή μήνες η χρόνους θα φτάσουμε στο τέρμα;
Κρατάει στα χέρια της μιά τράπουλα γυρίζει ολο το κτήριο βαριεστημενα Ενα μικροσκοπικό πλασματάκι η Σοφία δεν κάθεται σε μιά θέση Κρατάει την τραπουλα, η ζωή της τραβηξαι ασσόδυα, ντόρτιά μπαστούνια
Κανε στην ακρη μικρό ποντικακι δεν είναι καίρος για μικρούς σαν και σένα είμαστε ζούγκλα και δω επιβιωνουν οι μεγάλοι
Καλημέρα τι κάνετε; τι κανει ο άντρα σας τα παιδιά σας πώςείσθε.Ολο ευγένια ζητάει να σε προσεγγισει,ζητάει να σε κανει φίλο είναι η Ολγα ψηλολιγνη ακαθόριστη ηλικία
Ονειρό της η επανενταξη να πάει στο χωριό της να ζήσει με τους [κανονικούς] ανθρώπους
Ποιός θα της πεί ότι η ευγένια δεν είναι πλέον προσόν, ποιός θα της πεί οτι δεν υπάρχουν κανονικοί ανθρωποι
Χαμένο βλέμμα εμμονές εμμονες επαναλαμβανει τα ιδια και τα ίδια σαν να προσπαθεί να σε πεισει για την υπαρξή της
Ειναι η Μαγδα καθε μέρα το βλέμμα της χάνεται περισσότερο οι εμμονές πληθαινουν και η φωνή της θυμιζει ηχώ που προσκρουει πάνω στα ντουβάρια της αδιαφορίας,ποιός ταχα θα της πεί πως εκείνο που πάντα θα ακουει θα είναι η ίδια της ηφωνή
Γυριζει ολη την ωρα στο προαύλιο πολύ ψηλός σκελετωμένος φοράει παράξενα χοντρα γυαλιά Δεν νοιάζεται καθόλου για φαί κοιτάζει με τα μυωπικά του μάτια ποιός μπαινει ,ζητάει τσιγάρο ειμαι ο Γιωργος λέει κι αν του δώσεις κάτι τρέχει να το μοιράσει σ αγαπώ σου φωνάζει σ αγαπώ
Πόσο τυχερός είσαι Γιωργακι που μπορεσες και απόκτησες αγάπη στην καρδούλα σου αγάπη που δεν σου έδωσε ποτέ κανείς
Θελει να μαθαίνει μπορεί να γράφει και να διαβάζει ρουφάει σαν σφουγγάρι οτι της λες
Γλυκιά ταλαιπωρημενη φυσιογνωμια σαν ηρωιδα αρχαίας τραγωδιας
Η ζωήτην διαλεξε να πρωταγωνιστήσει σε σκληρούς ρόλους βιώνει την μοναξια Της αρέσει η μουσική και ποιό πολύ η Μοσχολιού,ξέρει όλα της τα τραγούδια και την προσωπική της ζωή
Δος μου χέρι να πιαστω να πιαστό να κρατηθώ ακούει απο το σιντι που συνέχεια βάζει κι ονειρευεται το χέρι που θα πιαστεί που θα κρατηθεί
Αυτά ειναι μερικά από τα [παιδιά] του ασύλου Φιλιατρών είναι εκεί μας περιμένουν γιατί εμεις τα αγνοουμε;Hψυχική ασθένεια δεν μένει έξω απο τις κλειστες μας πόρτες βρήσκει τρόπο και τρυπώνει
Τελικά μήπως είναι πρόβλημα όλων μας;
Το ρήμα της εποχής μας.Ο καθένας στο καβούκι του
Από ανθρωποι γίναμε χελώνες
Ξορκίζουμε το κακό,μακρυά απο μας, κι αδιαφορώ κι αδιαφορείς κι αδιφορεί......
Και γυρίζουμε στο μαγκανοπήγαδο της ζωής σαν άλογα με παρωπιδες
Θέλω όλο θέλω και που χρόνος να σταματήσω να κοιτάξω γύρο μου βιάζομαι
Ασε με εχω δουλ ειές δεν έχω χρόνο
Είναι η Μυρσινη έχει ψυχαναγκασμό, μπαλάκι του τένις 31 χρόνια από τοτε που γεννήθηκε πηγαινει απο ίδρυμα σε ίδρυμα
Ποιός θα έχει το χρόνο να σε σταματήσει,να σε κοιτάξει στα μάτια να σου χαμογελάσει να αισθανθείς σιγουριά;
Ειμαστε όλοι βιαστικοί,τρεχουμε,δεν έχουμε χρόνο Μυρσίνη
Πως με λένε ;σε ρωτάει από που είμαι;που μένω; πόση ωρα είναι το χωριό μου από εδώ
Ολο ρωτάει όποιον βλέπει Ζητά επιβεβαιωση,επιβεβαίωση;μεγάλη κουβέντα
Δυσκολα πράγματα ζητάς ρε Λάμπη ξέρεις κανέναν από μας να γνωρίζει από που ερχόμαστε; που πηγαίνουμε; ποιός ξέρει σε πόση ώρα ή μήνες η χρόνους θα φτάσουμε στο τέρμα;
Κρατάει στα χέρια της μιά τράπουλα γυρίζει ολο το κτήριο βαριεστημενα Ενα μικροσκοπικό πλασματάκι η Σοφία δεν κάθεται σε μιά θέση Κρατάει την τραπουλα, η ζωή της τραβηξαι ασσόδυα, ντόρτιά μπαστούνια
Κανε στην ακρη μικρό ποντικακι δεν είναι καίρος για μικρούς σαν και σένα είμαστε ζούγκλα και δω επιβιωνουν οι μεγάλοι
Καλημέρα τι κάνετε; τι κανει ο άντρα σας τα παιδιά σας πώςείσθε.Ολο ευγένια ζητάει να σε προσεγγισει,ζητάει να σε κανει φίλο είναι η Ολγα ψηλολιγνη ακαθόριστη ηλικία
Ονειρό της η επανενταξη να πάει στο χωριό της να ζήσει με τους [κανονικούς] ανθρώπους
Ποιός θα της πεί ότι η ευγένια δεν είναι πλέον προσόν, ποιός θα της πεί οτι δεν υπάρχουν κανονικοί ανθρωποι
Χαμένο βλέμμα εμμονές εμμονες επαναλαμβανει τα ιδια και τα ίδια σαν να προσπαθεί να σε πεισει για την υπαρξή της
Ειναι η Μαγδα καθε μέρα το βλέμμα της χάνεται περισσότερο οι εμμονές πληθαινουν και η φωνή της θυμιζει ηχώ που προσκρουει πάνω στα ντουβάρια της αδιαφορίας,ποιός ταχα θα της πεί πως εκείνο που πάντα θα ακουει θα είναι η ίδια της ηφωνή
Γυριζει ολη την ωρα στο προαύλιο πολύ ψηλός σκελετωμένος φοράει παράξενα χοντρα γυαλιά Δεν νοιάζεται καθόλου για φαί κοιτάζει με τα μυωπικά του μάτια ποιός μπαινει ,ζητάει τσιγάρο ειμαι ο Γιωργος λέει κι αν του δώσεις κάτι τρέχει να το μοιράσει σ αγαπώ σου φωνάζει σ αγαπώ
Πόσο τυχερός είσαι Γιωργακι που μπορεσες και απόκτησες αγάπη στην καρδούλα σου αγάπη που δεν σου έδωσε ποτέ κανείς
Θελει να μαθαίνει μπορεί να γράφει και να διαβάζει ρουφάει σαν σφουγγάρι οτι της λες
Γλυκιά ταλαιπωρημενη φυσιογνωμια σαν ηρωιδα αρχαίας τραγωδιας
Η ζωήτην διαλεξε να πρωταγωνιστήσει σε σκληρούς ρόλους βιώνει την μοναξια Της αρέσει η μουσική και ποιό πολύ η Μοσχολιού,ξέρει όλα της τα τραγούδια και την προσωπική της ζωή
Δος μου χέρι να πιαστω να πιαστό να κρατηθώ ακούει απο το σιντι που συνέχεια βάζει κι ονειρευεται το χέρι που θα πιαστεί που θα κρατηθεί
Αυτά ειναι μερικά από τα [παιδιά] του ασύλου Φιλιατρών είναι εκεί μας περιμένουν γιατί εμεις τα αγνοουμε;Hψυχική ασθένεια δεν μένει έξω απο τις κλειστες μας πόρτες βρήσκει τρόπο και τρυπώνει
Τελικά μήπως είναι πρόβλημα όλων μας;